εκτύπωση "Η ΜΝΗΜΗ ΔΕΝ ΕΙΝΑΙ ΠΑΙΔΙΚΗ ΧΑΡΑ"
Ο συγγραφέας ΤΟΛΗΣ ΝΙΚΗΦΟΡΟΥ μιλάει στον "Α"

Επί σχεδόν τρεις δεκαετίες, ο Τόλης Νικηφόρου μοιράζει την έμπνευσή του μεταξύ ποίησης και πεζογραφίας και ακόμη δεν μπορεί να φωτίσει την αφετηρία και τη διαδρομή που τον οδηγεί στο ένα ή το άλλο πεδίο. Αντιθέτως, φαίνεται να γνωρίζει πολύ καλά το έδαφος που τον αναμένει σε κάθε περίπτωση. "Ή ποίηση προέρχεται από τις πηγές της ύπαρξης και αποσκοπεί στην απόλυτη πυκνότητα του αρχικού πυρήνα, ενώ η πεζογραφία είναι αναλυτική και δευτερογενής", εξηγεί στον "Α" και διευκρινίζει σχετικά με το "αντίτιμο" της εκάστοτε διαδρομής: "Ο ποιητής αποπειράται να μιλήσει με τη γλώσσα του θεού, χωρίς βέβαια να γνωρίζει το θεό ή τη γλώσσα του. Ή πεζογραφία είναι ένα χαριτωμένο γατάκι, ενώ η ποίηση μια τίγρη που διψάει για το αίμα μας". Το τελευταίο διάστημα, πάντως, η συγγραφική του δραστηριότητα φαίνεται περισσότερο προσηλωμένη στην πεζογραφία. Λίγους μήνες μετά την κυκλοφορία των διηγημάτων του με τίτλο "Νόστος" (εκδόσεις "Νέα Πορεία"), ανήγγειλε με μια προδημοσίευση στο λογοτεχνικό περιοδικό "Νέα Πορεία" την κυκλοφορία ενός μυθιστορήματος, με τίτλο "Η γοητεία των δευτερολέπτων", το οποίο αναμένεται να εκδοθεί το φθινόπωρο.

- Στο βιβλίο σας " Νόστος" το υλικό είναι βιωματικό. Ποια επεξεργασία μεσολάβησε για να μετασχηματιστεί το βίωμα σε λογοτέχνημα;
"Η συλλογή διηγημάτων "Νόστος" αναφέρεται στη δεκαετία του 1950 στο "Ανατόλια" αλλά και στα μαθητικά χρόνια κάθε ανθρώπου, σε κάθε χώρα και κάθε εποχή. Είναι η επιστροφή στην πατρίδα, στο χαμένο παράδεισο της αθωότητας και της ελπίδας. Χωρίς λοιπόν να καταλάβω πώς και γιατί, βρέθηκα ξαφνικά, μισόν αιώνα αργότερα, άοπλος να περιπλανιέμαι στο σκοτεινό δάσος της μνήμης. Άκουσα τους ξεχασμένους ήχους, συνάντησα όλες τις σκιές, βυθίστηκα ξανά σε χρώματα και μυρωδιές. Και οι λέξεις του βιβλίου ανέβλυσαν έτοιμες από μέσα μου"

- Σας ενδιαφέρει να εγγράφεται στα βιβλία σας κάποιου τύπου "προσωπική γεωγραφία", κάποια "μικροϊστορία". Θεωρείτε πως, μέσω αυτής της διαδρομής, η λογοτεχνία τέμνεται με την ιστορία;
"Το μόνο που με ενδιαφέρει είναι να δώσω διέξοδο στο πάθος μου, να καταθέσω τις εμπειρίες μου, τις τραυματικές, μεθυστικές στιγμές που έζησα κι αυτούς που γνώρισα κι αγάπησα. Πιστεύω ότι κανείς δεν μπορεί να ξεφύγει από την ελάχιστη προσωπική διαδρομή του, που αναπόφευκτα εντάσσεται στο απέραντο μωσαϊκό της ιστορίας μιας πόλης και μιας χώρας, του κόσμου ολόκληρου. Ακόμη και τα γνήσια μυθιστορήματα, η φαντασία και οι κατασκευές, στην ουσία εκφράζουν την εσωτερική πραγματικότητα του συγγραφέα".

- Στο υπό έκδοση μυθιστόρημά σας ακολουθείτε τον ίδιο μνημονικό δρόμο όπως στο "Νόστο";
"Η μνήμη είναι και πάλι κυρίαρχη. Αυτήν τη φορά, καλύπτει μία δωδεκαετία περίπου, από το 1967 ώς το 1978 (με αναδρομές σε πρoηγoύμενες εποχές και προεκτάσεις σε επόμενες). Από τη Θεσσαλονίκη στην Αθήνα και το Λονδίνο και πάλι στη Θεσσαλονίκη, από τη δικτατορία ως τον εκπατρισμό, από τα ταξίδια και την περιπέτεια ώς τη γενική επιστράτευση, από τους καταναγκασμούς της καθημερινής ζωής ως το μεγάλο σεισμό"

- Πιστεύετε στην έμπνευση ή τη μνήμη, στο ακατέργαστο ταλέντο ή την επίμονη εργασία και τη μαθητεία;
"Η μνήμη δεν είναι παιδική χαρά ή αίθουσα αναψυχής. Μνήμη είναι ο συνήθης τόπος των εκτελέσεων και οι νεκροί έχουν οριστικά αλώσει την ψυχή μας. Από τη μνήμη πηγάζει η έμπνευση, από την ατομική μνήμη και τη συλλογική μνήμη των κυττάρων. Είμαστε όλοι μαθητούδια στο μεγάλο σχολείο της ύπαρξης και η χωρίς πτυχίο αποφοίτησή μας είναι ο θάνατος. Χωρίς τη δωρεά, η εργασία δεν οδηγεί παρά στη μετριότητα. Χωρίς τη μαθητεία και τη σκληρή εργασία μιας ολόκληρης ζωής, η δωρεά σκορπίζεται στον άνεμο"

- Η παράλληλη διαδρομή σας στα πεδία της ποίησης και της πεζογραφίας μαρτυρεί κάποιου τύπου "διχασμό" ή μια συμπληρωματική εκτόνωση της έμπνευσης;
"Ίσως πράγματι η πεζογραφία να είναι για μένα μια συμπληρωματική εκτόνωση της έμπνευσης. Γράφω υπακούοντας σε μια εσωτερική εντολή και σε πολύ μικρό βαθμό αντιλαμβάνομαι πώς και γιατί έρχεται η ώρα της ποίησης ή της πεζογραφίας. Πολλές φορές έχω έντονη την αίσθηση ότι στο δωμάτιο υπάρχει κάποιος αόρατος υποβολέας. Ως γνωστόν, το μεγάλο πνεύμα δε δεσμεύεται. Για κάθε χρόνο που μου επιτρέπει να παραμένω εδώ, έχω υποσχεθεί να του καταβάλλω ένα βιβλίο...".

- Πώς θα ορίζατε τις λογοτεχνικές καταβολές σας;
"Έχω μαθητεύσει σε πολλούς δασκάλους, Έλληνες και ξένους, αναζητώντας την αλήθεια και προσπαθώντας να την εκφράσω. Όλα έχουν πια γίνει ένα χαρμάνι μέσα μου και είναι αδύνατο να επισημάνω κάποια ιδιαίτερη επιρροή στη λογοτεχνική μου εργασία. Πάντως, από τους δασκάλους μου ξεχωρίζω τα τραύματα μου και μια φλαμουριά που ανθίζει στο μπαλκόνι μου (ως προς την αλήθεια της ύπαρξης), τα μικρά παιδιά (ως προς την αλήθεια της αθωότητας", τον Ιησού και το Βούδα (ως προς την αλήθεια της αγάπης), τον Κρισναμούρτι (ως προς την αλήθεια της ελευθερίας), τον Ηράκλειτο και τον Παρμενίδη (ως προς την αλήθεια της ποίησης)"

- Εκδίδετε σταθερά τα βιβλία σας στη Θεσσαλονίκη, από τη "Νέα Πορεία". Δε σας ήλκυσαν ποτέ οι αθηναϊκές εκδοτικές "σειρήνες";
"Μόλις τελειώσω ένα βιβλίο, αισθάνομαι ότι το έχω ήδη ξεπεράσει και θέλω να το δω τυπωμένο αμέσως, για να ξεμπερδεύω μαζί του. Μου είναι πλέον αδύνατο να εμπλακώ σε χρονοβόρες διαδικασίες. Αν λοιπόν ενδιαφέρεται για τα βιβλία μου κάποιος από την αθηναϊκή εκδοτική βιομηχανία, η διεύθυνσή μου είναι γνωστή".

- Μήπως το έργο σας θα είχε μεγαλύτερη διάδοση, αν ακολουθούσε άλλες οδούς προς το κοινό;
"Η ποίηση απευθύνεται στους λίγους μυημένους και δεν έχει νόημα να μιλήσει κανείς για διάδοση. Από την υποδοχή που αξιώθηκε το "Νόστoς" πιστεύω ότι πραγματικά θα είχε απήχηση σε ευρύτερο κοινό. Εγώ όμως έκανα αυτό που είμαι ταγμένος να κάνω. Και τι θα σήμαινε αν οι αναγνώστες μου ήταν μερικές χιλιάδες αντί για μερικές εκατοντάδες;".

- Πιστεύετε πως η Θεσσαλονίκη είχε διακριτή λογοτεχνική "φωνή", την οποία διαθέτει πλέον;
"Πιστεύω πως η Ελλάδα είναι μια χώρα ισοπεδωμένη στην παρακμή. Το αδηφάγο τέρας του Λεκανοπεδίου παράγει συνεχώς κι άλλα τέρατα, μικρότερα σε μέγεθος. Η τηλεόραση εκπέμπει βοθρολύματα και προβάλλει ανθρώπους που έχουν χάσει κάθε αίσθηση του γελοίου. Δε νομίζω λοιπόν ότι η πόλη που με γέννησε μπορεί πια να διεκδικήσει κάποια ιδιαιτερότητα, λογοτεχνική ή άλλη. Στους χαλεπούς καιρούς, οι δημιουργοί και οι καλλιτέχνες συνειδητοποιούν την κοινή τους μοίρα και χαράζουν τις λέξεις τους στην πέτρα της ίδιας σπηλιάς".

Συνέντευξη του Γιάννη Κοτσίφο, Εφημ. Αγγελιοφόρος, 28.5.2001